Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2014

ΠΛΑΤΩΝΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ , Ενότητα 3η


Ενότητα 3η (321b6-322a) - Η κλοπή της φωτιάς

·        Α. Ο ΕΠΙΜΗΘΕΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΠΟΙΕΙ ΤΗΝ ΑΠΡΟΝΟΗΣΙΑ ΤΟΥ. Η ΦΥΣΙΚΗ ΕΝΔΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ «τε δ ον … ,τι χρήσαιτο.»

Ήδη από την αρχή της (διδακτικής) ενότητας τονίζεται η κατάσταση φυσικής αδυναμίας στην οποία βρέθηκε ο άνθρωπος λόγω της απρονοησίας του Επιμηθέα, η οποία ήταν αποτέλεσμα της πνευματικής του κατωτερότητας («ο πάνυ τι σοφς ν πιμηθες»). Ενώ, λοιπόν, ο Επιμηθέας είχε δώσει με φροντίδα και σοφία όλα τα απαραίτητα εφόδια στα ζώα, στο τέλος της μοιρασιάς διαπίστωσε ότι βρισκόταν σε αδιέξοδοπόρει ,τι χρήσαιτο»), γιατί τα εφόδια εξαντλήθηκαν και ο άνθρωπος έμεινε «κόσμητος».

Η συμβολική/μυθική αυτή αποτίμηση του τρόπου, με τον οποίο ο Επιμηθέας μοίρασε τις φυσικές ιδιότητες στους ζωικούς οργανισμούς, αποκαλύπτει σταδιακά την πρωταγόρεια σκέψη. Η επιμηθεϊκή φάση, που αντιστοιχεί στον φυσικό χρόνο του βιολογικού σχηματισμού των ζωικών ειδών, κλείνει με το ανθρώπινο είδος το οποίο εμφανίζεται τελευταίο στη σειρά των ζωικών οργανισμών. Ως τελευταίο μένει «
κόσμητον», που σημαίνει ότι έχει τα λιγότερα φυσικά εφόδια για να επιβιώσει ως είδος στη φύση. Συνεπώς, η φυσική κατάσταση του ανθρώπου κατά το στάδιο σχηματισμού των ειδών μπορεί να αποδοθεί με την έννοια της «πορίας», δηλαδή της φυσικής αδυναμίας και συγχρόνως της ανάγκης για εξεύρεση τρόπων και μέσων αντιμετώπισής της (πόρει ,τι χρήσαιτο). Ο άνθρωπος αναγκάζεται να αναζητήσει τον πόρο, τη λύση του προβλήματος και την υπέρβαση της δυσκολίας. Αξιοσημείωτη η τριπλή επανάληψη της απορίας στο κείμενο: πόρει, ποροντι, πορί.

Από την άποψη αυτή ο Πρωταγόρας προβάλλει από την αρχή τη φυσική ένδεια του ανθρώπου, γιατί, από τη στιγμή που ο άνθρωπος δεν διαθέτει φυσικά εφόδια αυτοσυντήρησης του είδους του, η ύπαρξή του εξαρτάται από τον ίδιο και όχι από τη φύση. Επίσης, έτσι θα οδηγηθεί λογικά στο διδακτό της αρετής και στη δικαίωση του ρόλου του ως δάσκαλου της ευβουλίας.

«τ
νθρώπων γένος»
Στον μύθο του Πρωταγόρα χρησιμοποιείται και ο όρος «τ
νθρώπων γένος» ως έννοια γενική και αναφέρεται στους ανθρώπους συνολικά. Με τη χρήση του συγκεκριμένου όρου προβάλλεται η απροκατάληπτη ενότητα του ανθρώπινου γένους, το οποίο δεν χαρακτηρίζεται από διακρίσεις και ανισότητες που οφείλονται στη φύση. Ο Πρωταγόρας με τη συγκεκριμένη έκφραση φαίνεται ότι υπερασπίζεται την άποψη ότι οι άνθρωποι είναι φύσει ίσοι, αλλά θέσει άνισοι, δηλαδή η φύση προίκισε τους ανθρώπους με τα ίδια γνωρίσματα, αλλά η κοινωνική συμβίωση και οργάνωση τελικά τους καθιστά άνισους. Η άποψη αυτή εκφράζει το ίδιο πρωτοποριακό και ιδεολογικά ριζοσπαστικό πνεύμα που χαρακτηρίζει τις θέσεις πολλών σοφιστών για την ενότητα και την ισότητα των ανθρώπων. Ιδιαίτερα οι σοφιστές Αντιφώντας και Αλκιδάμας τάχθηκαν κατά των κοινωνικών και φυλετικών διακρίσεων και ο Ιππίας, ο οποίος αναφέρεται στον Πρωταγόρα (κεφ. ΚΔ’), υπέρ της ενότητας των ανθρώπων

·        Β. Ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΕΙ ΟΤΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΧΕΙ ΜΕΙΝΕΙ ΑΝΕΦΟΔΙΑΣΤΟΣ «Ἀποροῦντι δ ατκ γς ες φς.»

Καθώς ο Επιμηθέας βρίσκεται σε αδιέξοδο σχετικά με την κατάσταση του ανθρώπου (πόρει, ποροντι), ο Προμηθέας αναλαμβάνει να επιθεωρήσει το έργο του αδελφού του. Αντιλαμβάνεται τότε ότι ο άνθρωπος απέμεινε γυμνός και ξυπόλητος και χωρίς στρωσίδια και χωρίς όπλα («γυμνόν τε κα νυπόδητον κα στρωτον κα οπλον»), ον χωρίς δυνατότητα αυτό-υπεράσπισης, τη στιγμή μάλιστα που πλησίαζε η καθορισμένη μέρα της εξόδου του προς το φως. Όμως, η έξοδος του ανθρώπου από το εσωτερικό της γης, «κ γς», στο φως του ήλιου δεν οφείλεται στις έτοιμες δυνάμεις ύπαρξης που του χάρισε η φύση (Επιμηθέας), όπως έγινε για τα άλλα ζωικά είδη. Για τα ζωικά είδη η ανοδική πορεία από το εσωτερικό της γης στο φως ήταν απλώς μια πορεία προς τη βιολογική ύπαρξη. Αντίθετα, για τον άνθρωπο η πορεία από το εσωτερικό της γης στο φως συνιστά μια ανοδική πορεία από τις εξαρτήσεις της βιολογικής ύπαρξης στην αυτονομία του νοήμονος όντος. Αυτό το ποιοτικά διαφορετικό, σε σχέση με τα ζωικά είδη, πέρασμα του ανθρώπου από τη γη στο φως, από τη βιολογική παρουσία στη νοήμονα και αυτοπροσδιοριζόμενη ύπαρξη, αποδίδεται συμβολικά με τη μορφή του Προμηθέα.

Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα (αλλά και τη σύγχρονη φιλοσοφική ανθρωπολογία), ο άνθρωπος ήταν το πιο ελλιπές και το πιο απροστάτευτο από όλα τα έμβια όντα όσον αφορά το βιολογικό εξοπλισμό του, που υποδηλώνεται με το επίθετο «
κόσμητον». Η υλική υπόσταση και η βιολογική θωράκιση του ανθρώπου είναι ανίσχυρες στους κινδύνους του περιβάλλοντος, ο οποίος μάλλον βρίσκεται στο έλεος φυσικών δυνάμεων. Ωστόσο, την άποψη ότι ο άνθρωπος είναι το πλέον απροστάτευτο από τα ζώα επικρίνει ο Αριστοτέλης, ο οποίος στο έργο του Περ ζων μορίων (IV, 10) υποστηρίζει ότι η δημιουργία του ανθρώπου ήταν τέλεια και «όσοι λένε ότι είναι ανυπόδητος, γυμνός, χωρίς οπλισμό για να αμυνθεί, λαθεύουν».

«
εμαρμένη μέρα»
Η φράση αυτή, όπως και η φράση της προηγούμενης ενότητας «χρόνος ε
μαρμένος», αποτελεί στοιχείο του μύθου που προσδιορίζει χρονικά τα στάδια της εξέλιξης του ανθρώπου. Εκφράζει το πλήρωμα του χρόνου, το πέρασμα από μία εποχή σε άλλη, από μία μορφή ζωής σε άλλη, που δεν είναι ούτε στιγμιαίο ούτε αυτόματο, αλλά υπακούει σε δύναμη αναπότρεπτη, ισχυρότερη και από τους θεούς (ο Όμηρος στην Ιλιάδα, Π 441, αναφέρει την αίσα ή μοίρα και ο Αισχύλος στις τραγωδίες του την Ανάγκη). Αν αφαιρέσουμε το περίβλημα του μύθου, σημαίνει ότι το πέρασμα σε μια επόμενη φάση εξέλιξης γίνεται κάτω από την πίεση της ανάγκης για επιβίωση ή βελτίωση της ζωής. Ανάλογη είναι η χριστιανική φράση «τε λθε τ πλήρωμα το χρόνου»

·         Γ.  Ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΚΛΕΒΕΙ ΤΙΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΤΗ ΦΩΤΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΦΑΙΣΤΟ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ «πορί ον σχόμενος … δωρεται νθρώπ

Όταν ο Προμηθέας αντιλήφθηκε το αδιέξοδο στο οποίο κατέληξε το έργο του Επιμηθέα, αποφασίζει να μπει κρυφά στο εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου και να κλέψει την «ντεχνον σοφίαν» και τη φωτιά που θα βοηθούσαν τον άνθρωπο στην επιβίωση και εξέλιξή του.
Η μετάβαση του ανθρώπου από την κατάσταση των βιολογικών εξαρτήσεων στην αναζήτηση της αυτονομίας του συμβολίζεται με τον Προμηθέα και τη φιλάνθρωπη κλοπή των «δώρων» του για τον άνθρωπο από το εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου. Έτσι η κλοπή δεν κρίνεται ως παράβαση ηθικής φύσεως που δεν έπρεπε να γίνει, αλλά ως ευρηματική πράξη του Προμηθέα-ανθρώπου που υπαγορεύεται από την ίδια την αρχή της αναπλήρωσης στη φύση, η οποία κατηύθυνε και τη μοιρασιά του Επιμηθέα. Τα «δώρα» αναπληρώνουν τη φυσική αδυναμία του ανθρώπου στον κόσμο. Η κατ’ αναγκαιότητα, λοιπόν, παράβαση έχει πρακτικό αντίκρισμα στον άνθρωπο, καθώς η τεχνική και η γνώση της τέχνης της φωτιάς επιτρέπουν στον άνθρωπο να επινοεί τα προς το ζ
ν και να εφαρμόζει πρακτικά τις επινοήσεις του. Ο άνθρωπος είναι σε θέση με τις δύο αυτές κατακτήσεις να μετασχηματίζει τους σχεδιασμούς και τις επινοήσεις του σε πρακτικό πρόγραμμα ζωής.

Ειδικότερα η κατάκτηση τεχνικής συνδέεται με την ανάπτυξη τεχνικών δεξιοτήτων, την οργάνωση της εργασίας ως κατασκευαστικής διαδικασίας, για παράδειγμα σπιτιών, όπλων, εργαλείων, με την επινόηση συμβολικών συστημάτων επικοινωνίας και αντιμετώπισης καθημερινών αναγκών, πχ. γλώσσα, γραφή, αρίθμηση, με την καλλιέργεια, πχ. γης, και με την αγωγή, καθώς όλα αυτά δεν είναι εξωτερικά προς τη φύση του ανθρώπου, αλλά την επηρεάζουν και οδηγούν τον άνθρωπο σταδιακά σε έλεγχο των παθών και οργάνωση της άμυνάς του προς τους άλλους.

Η μυθική μορφή με την οποία ο Πρωταγόρας ντύνει την άποψή του για τη γένεση του πολιτισμού δεν μας επιτρέπει να πάρουμε κάθε λέξη του τοις μετρητοίς. Πρόκειται βέβαια για συμβολισμούς και θα πρέπει να δούμε την επέμβαση του Προμηθέα ως φάση της εξέλιξης, στην οποία δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την επιβίωση του ανθρώπου και την προσαρμογή του στο φυσικό περιβάλλον, πραγματοποιείται η γένεση των τεχνών και σχηματίζονται οι πρώτες κοινωνίες. Δεν πρόκειται δηλαδή για γνώσεις χορηγημένες εκ των προτέρων ως ολοκληρωμένο σύνολο, a priori. Στην προηγούμενη φάση του Επιμηθέα συντελείται ο βιολογικός σχηματισμός του ανθρώπου και στη φάση του Προμηθέα εκδηλώνεται ο πνευματικός σχηματισμός του, ο οποίος τον ορίζει άλλωστε ως είδος. Η ερμηνεία αυτή συμφωνεί με την άποψη των σοφιστών και του Πρωταγόρα ότι όλα είναι προϊόντα της πείρας που συσσωρεύεται με την πάροδο του χρόνου, δηλαδή πρόκειται για επώδυνες, δύσκολες και κοπιαστικές κατακτήσεις του ανθρώπου μέσα στον χρόνο.

Παράλληλα για τα προμηθεϊκά δώρα υπάρχει και η ερμηνευτική άποψη (κύριος εκφραστής της ο W.K.C. Guthrie, Οι Σοφιστές, ΜΙΕΤ 1991, σελ. 90-95) ότι οι τεχνικές γνώσεις δίνονται στον άνθρωπο εκ των προτέρων ως ολοκληρωμένο σύνολο, a priori, και όχι ως θησαύρισμα σταδιακής πείρας μέσα στους αιώνες. Η ερμηνεία αυτή στηρίζεται στο ότι τα δώρα δίνονται πριν ο άνθρωπος βγει στο φως, τη στιγμή της δημιουργίας του, και συνεπώς τα προϋποθέτει για τη δημιουργία πολιτισμού. Ισοδυναμούν με τη δεξιοτεχνία (σύνεσις στον Ευριπίδη) που δωρίζουν οι θεοί στον άνθρωπο σύμφωνα με τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη.

Τα δώρα του Προμηθέα στο ανθρώπινο γένος
α). «
ντεχνος σοφία»: το επίθετο «ντεχνος» υποδηλώνει αυτόν που είναι μέσα στα όρια της τέχνης, τον έμπειρο, τον επιδέξιο. Στη φράση «ντεχνος σοφία», η λέξη «σοφία» υποδηλώνει τη σοφία που εμπεριέχει την τέχνη, τη σοφία που συμπορεύεται με την τέχνη, τις τεχνικές γνώσεις. Αρχικά η έννοια της σοφίας έχει κυρίως να κάνει με τη δεξιότητα και την εμπειρία σε κάποια τέχνη, την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη μεταλλουργία, την ιατρική, κ.τ.λ. Ο προσδιορισμός «ντεχνος» επιτρέπει εδώ στον Πρωταγόρα να διευκρινίσει, επομένως, πως αυτού του είδους τη σοφία εννοεί και όχι αυτή που συνδέουμε με τη γνώση των επιστημών και τη φιλοσοφία, δηλαδή τις θεωρητικές γνώσεις.
Ως προς τις καλές τέχνες, η έντεχνη σοφία δεν σχετίζεται με τη σύλληψη της ιδέας ενός καλλιτεχνικού έργου, αλλά με την αναγκαιότητα χρήσης τεχνικών γνώσεων και εργαλείων για τη δημιουργία κάποιων από αυτά (πχ. Αρχιτεκτονική, γλυπτική).

Κατανοούμε, λοιπόν, τον όρο ως τεχνογνωσία, η οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να προβεί σε επινοήσεις και εφαρμογές σωτήριες για τη ζωή του που προωθούν την εν γένει παρουσία του στον κόσμο. Ειδικότερα, η τεχνογνωσία συνδέεται με τις τεχνικές δεξιότητες και την κατασκευαστική ικανότητα του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι σε θέση να συλλάβει και να οργανώσει τη διαδικασία της εργασίας, η οποία συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο το άλμα του πρώην, απλώς «ζωικού οργανισμού» σε ήδη άνθρωπο που αποδεσμεύεται σταδιακά από τις αλυσίδες της βιολογικής νομοτέλειας και προ-νοεί για τις επόμενες στιγμές της ζωής του. Συνδεδεμένη με τη διαδικασία της εργασίας είναι η διαδικασία κατασκευής και επινόησης, καλλιέργειας και αγωγής. Με την κατασκευαστική και επινοητική ικανότητα ο άνθρωπος δίνει υπόσταση στους σχεδιασμούς του και τα ευρήματα του νου του, κατασκευάζοντας σπίτια, σκεύη, εργαλεία, όπλα, αλλά και προβαίνει σε επινοήσεις συμβολικών συστημάτων όπως η γλώσσα, η γραφή, η αρίθμηση, που διευρύνουν τα όρια της ελευθερίας του σε σχέση με τη βιολογική αιτιότητα. Με την καλλιέργεια (γης, γραμμάτων, τεχνών και καλών τεχνών) και την αγωγή διαμορφώνει σκόπιμα τις προϋποθέσεις για παραγωγή έργων και μέσων και για νέες δημιουργίες μέσα από την αξιοποίηση εργαλείων και γνώσεων τεχνικής.

Όμως, η συνολική διαδικασία γίνεται συγχρόνως και τρόπος αγωγής της φύσης του, τρόπος εξέλιξης και διαμόρφωσής του, καθώς περιέρχεται στη θέση να ελέγξει τα πάθη του, να τιθασεύσει το ένστικτο και να οργανώσει τις άμυνες του εαυτού του στον αγώνα επιβίωσης.

β). «
μπυρος τέχνη»: Η φωτιά, η πρώτη μεγάλη πηγή ενέργειας που έμαθε να μεταχειρίζεται ο άνθρωπος, εύλογα τοποθετείται στη βάση όλων των έως τότε τεχνολογικών κατακτήσεων. Ως πηγή ενέργειας υπήρξε αναγκαία συνθήκη για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στα υψηλά τεχνικά επιτεύγματα και να αντισταθμίσει με αυτά τη φυσική αδυναμία του. Η «μπυρος τέχνη» εκφράζει την εφαρμοσμένη, την κατασκευαστική εκδήλωση της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η «μπυρος τέχνη» είναι η πρακτική εφαρμογή των τεχνικών γνώσεων κυρίως με τη χρήση της φωτιάς, καθώς είναι γνωστό ότι πολλά υλικά, όπως τα μέταλλα, μπορούν να γίνουν αντικείμενο κατεργασίας με τη χρήση της φωτιάς. Ο Πρωταγόρας, λοιπόν, πρέπει να είχε στο μυαλό του αυτό που σήμερα ονομάζουμε τεχνολογία, τηρουμένων των αναλογιών. Εννοούμε, βέβαια, μια τεχνολογία προσαρμοσμένη στα μέσα και τις δυνατότητες της εποχής.

Με την κλοπή της φωτιάς, που συμβολίζει επιπλέον τη δημιουργικότητα, τη ζωτικότητα και τη φαντασία, αψηφώντας τις άλογες και αυθαίρετες αποφάσεις του Δία, ο Προμηθέας εκφράζει και ενισχύει την ορθολογική πίστη ότι ο άνθρωπος μπορεί με τη γνώση και την πράξη να κυριαρχήσει πάνω στη φύση, να την αλλάξει και να καλυτερέψει τη ζωή του

·        Δ. ΑΠΡΟΣΙΤΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ «Τν μν ον περ τν βίον σοφίαν … φοβερα σαν-»

Τα δώρα του Προμηθέα συνετέλεσαν στο να αποκτήσει ο άνθρωπος «τν περ τν βίον σοφίαν», χρήσιμες δηλαδή γνώσεις, προκειμένου να αντισταθμίσει τις ελλείψεις των εφοδίων που είχαν δοθεί στα υπόλοιπα έμβια όντα. Ο Πρωταγόρας όμως θεωρεί σκόπιμο να αναφέρει στο σημείο αυτό της αφήγησης ότι ο Προμηθέας δεν μπόρεσε να δώσει στους ανθρώπους την πολιτική τέχνη, το υψηλότερο και καλύτερο δώρο, φυλαγμένο από τον ίδιο τον Δία, αλλά με την πράξη κλοπής περιορίστηκε στο δώρο της τεχνογνωσίας, ευεργετικό βέβαια, αλλά κατώτερο. Γίνεται σαφές ότι η πολιτική τέχνη είναι ανώτερη κατάκτηση, η οποία στον μύθο χαρακτηρίζει την κοινότητα των θεών και όχι των ανθρώπων, και αποτελεί στοιχείο εξουσίας του Δία απέναντι στους άλλους θεούς και τον κόσμο. Η παρουσίασή τους ως δώρων των θεών και όχι ως ανακαλύψεων του ανθρώπου μπορεί να θεωρηθεί και ως ένδειξη σεβασμού προς αυτούς και προσπάθεια αποφυγής ύβρης εκ μέρους των ανθρώπων.

Ιδιαίτερης σημασίας είναι η άποψη που συνάγεται από τον μύθο και αποδίδεται στον Πρωταγόρα ότι στην προϊστορία του ανθρώπινου γένους προηγήθηκε η κατάκτηση τεχνικής πρόσφορης για τον βιοπορισμό του και ακολούθησε η κατάκτηση της πολιτικής τέχνης. Άρα η κατάκτηση της τεχνικής από τον άνθρωπο, που χαρακτηρίζεται σαν τιτανική πράξη κλοπής, συνέβη σε μια πρώιμη φάση, προκοινωνική και δείχνει τις τότε δυνατότητες του ανθρώπινου πνεύματος. Αντίθετα, η πολιτική ήταν ακόμη απρόσιτη σχεδόν στο ανθρώπινο πνεύμα και κατακτήθηκε σε υστερότερη στιγμή της ιστορίας του ανθρώπου και αφού είχαν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες.

«Δι
ς φυλακα φοβερα σαν»
Οι φύλακες του Δία ήταν η Βία και το Κράτος, που αναφέρονται τόσο στη Θεογονία του Ησιόδου όσο και στον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου. Πρόκειται για τα όργανα εξουσίας του Δία. Στον μύθο του Πρωταγόρα συμβολίζουν τη δυσκολία και τις επίπονες προσπάθειες του ανθρώπινου γένους να αποκτήσει την πολιτική τέχνη, τις γνώσεις δηλαδή για την οργάνωση κοινωνιών και για την ανάπτυξη πνευματικού πολιτισμού. Έμμεσα προβάλλει την αξία και τη σημασία της τέχνης που υπόσχεται ότι διδάσκει στους νέους της Αθήνας.

·        Ε. ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΑ «ες δ τ τς θηνς … δίκη μετλθεν.»

Στην εξέλιξη του μύθου και στο εδάφιο «Τν μν ον περ τν βίον σοφίαν … κ τούτου επορία μν νθρώπ το βίου γίγνεται» παρατηρούμε την επιμονή του αφηγητή στη σημασία των «δώρων» («περ τν βίον σοφίανεπορία μν νθρώπ το βίου»). Η δυναμική της ιστορίας είναι φανερή: πιο πάνω από την τεχνική είναι η πολιτική, αλλά όχι ακόμη για τον άνθρωπο. Προηγείται η επίλυση ζωτικών αιτημάτων των υλικών συνθηκών ύπαρξης του ανθρώπου, η οποία στη συνέχεια του επιτρέπει να σκεφτεί για τα επιτεύγματά του, την κυριαρχία του στη φύση και την προαγωγή των συνθηκών ζωής του. Κάθε στάδιο προετοιμάζεται από το προηγούμενο και προετοιμάζει το επόμενο σε μια δυναμική πορεία, όπου η κάθε κατάκτηση γίνεται βάση για την επόμενη με πολύ κόπο και με μεγάλο τίμημα κάποιες φορές, οπωσδήποτε καθόλου ανώδυνα. Κάθε επίτευγμα απαιτεί ανυπολόγιστες θυσίες σε μια πορεία συνεχούς αναζήτησης του καλύτερου. Και αυτή τη διπλή διάσταση της επιτυχίας και του τιμήματός της υπενθυμίζει η λιτή αναφορά στην τιμωρία του Προμηθέα. Το επίτευγμα για να έχει αξία και διάρκεια προϋποθέτει αυταπάρνηση και ανιδιοτέλεια και αυτό το υπαινίσσεται η φράση του Πρωταγόρα στην οποία φαίνεται ότι ο θεός που λυπήθηκε τους ανθρώπους και έκλεψε τη φωτιά, τιμωρήθηκε για την πράξη του.

1.      «ες δ τ τς θηνς κα φαίστου οκημα τ κοινν»
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Ήφαιστος και η Αθηνά συνδέονταν πολύ στενά μεταξύ τους. Μάλιστα, σε πολλά μέρη της αρχαίας Ελλάδας οι δύο θεοί λατρεύονταν μαζί σε κοινές γιορτές, όπως αυτές των Απατουρίων και Χαλκείων, ενώ υπήρχαν και κοινά ιερά που αφιερώνονταν σε αυτούς, όπως αυτό στην Αγορά της αρχαίας Αθήνας. Ειδικότερα, η Αθηνά γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία, ήταν η θεά της σοφίας και των τεχνών και αντιπροσώπευε τη γνώση. Ο Ήφαιστος ήταν γιος του Δία και της Ήρας, λατρευόταν ως θεός της φωτιάς και αντιπροσώπευε τις πρακτικές γνώσεις. Επιπλέον, η Αθηνά ήταν παιδαγωγός του γιου του Ηφαίστου, του Εριχθονίου.
Η αναφορά του Πρωταγόρα στην Αθηνά και τον Ήφαιστο και στο εργαστήρι τους συνιστά και έναν σαφή υπαινιγμό οργάνωσης της θεϊκής κοινότητας στη βάση ενός «καταμερισμού των εργασιών», όπου ο Δίας κατέχει την ύψιστη πολιτική τέχνη, ενώ η Αθηνά και ο Ήφαιστος καταγίνονται με τέχνες συνδεδεμένες με την αντιμετώπιση των καθημερινών αναγκών επιβίωσης, την πρακτική επινοητικότητα και την κατασκευαστική ικανότητα.

2.      Η τιμωρία του Προμηθέα «Προμηθέα δ … κλοπς δίκη μετλθεν»

α. Ο Προμηθέας τιμωρήθηκε σκληρά για την πράξη κλοπής που έκανε από αγάπη προς το ανθρώπινο γένος. Στο κείμενο αναφέρεται πολύ λιτά ότι ο Προμηθέας δικάστηκε για κλοπή εξαιτίας της απρονοησίας του αδερφού του, του Επιμηθέα. Ο Πρωταγόρας συνδέει την αφήγησή του με τη γνωστή μυθική αφήγηση για την τιμωρία του Προμηθέα, την οποία παραλείπει ως γνωστή «
περ λέγεται». Βέβαια, άλλες πηγές αναφέρουν ότι ο Δίας, οργισμένος από την πράξη του, του επέβαλε μια σκληρότατη τιμωρία: τον έδεσε με αλυσίδες σε έναν βράχο του Καυκάσου και έστειλε έναν γυπαετό να του κατασπαράζει το συκώτι, το οποίο ξαναγινόταν τη νύχτα. Από το μαρτύριο αυτό, που επαναλαμβανόταν καθημερινά, τον απάλλαξε ο Ηρακλής σκοτώνοντας το σαρκοβόρο πουλί.

β. Σύμφωνα με το σχόλιο του σχολικού βιβλίου, η λέξη «δίκη» μπορεί να χρησιμοποιηθεί με τις εξής σημασίες:

το ορθό, το δίκαιο, η συνήθεια που πηγάζει από την ορθή χρήση των πραγμάτων, το έθιμο,

η καλή συνήθεια, η τάξη, η αρμονία, το δίκαιο,

η κρίση, η γνώμη, η απόφαση,

κάθε ενέργεια που αποσκοπεί στη διατήρηση και απονομή του νόμου,

η δικαστική διαδικασία, η εκδίκαση μιας απόφασης και

η δικαστική απόφαση, η τιμωρία, το πρόστιμο.

·        ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ (στις ενότητες 2 και 3)

Στοιχεία λαϊκού ύφους στη 2η και 3η ενότητα:

Η φράση: «ν γάρ ποτε χρόνος» , Απλή σύνταξη (: μικροπερίοδος λόγος , παρατακτική σύνδεση  , επαναλήψεις  κυρίως ρημάτων: «νέμω», «μηχανμαι», «προσάπτω», «πορ», «δίδωμι»)  , συχνή χρήση του «ον» και του «πειδ»

Παραδείγματα ποιητικών εκφράσεων: χρόνος λθεν, γς νδον, οπλον φύσιν, σμικρότητι μπισχεν, πτηνν φυγήν, τδε ατ (αντί ατ τούτ), ϊστωθείη, λληλοφθοριν, διαφυγς πήρκεσε κ.ά.

Σχήματα λόγου:
Σχήμα χιασμού: «
κ γς κα πυρς … σα πυρ κα γ»
Σχήμα μείωσης και λιτότητας: «ο
πάνυ τι» αντί «λάχιστα»: τονίζει την απρονοησία του Επιμηθέα ως αποτέλεσμα της πνευματικής του κατωτερότητας.
Αντιθέσεις:
«… τ
μν λλα ζα μμελς πάντων χοντα, τν δ νθρωπον γυμνόν τε …»: τονίζεται η διαφορά του ανθρώπου από τα άλλα ζώα όσον αφορά την κατανομή εφοδίων
«…
κ γς ες φς»: η αντίθεση τονίζει την έξοδο από το σκοτάδι της αφάνειας και της ανυπαρξίας στο φως της ύπαρξης, αλλά και την ανοδική πορεία από τον σκοτεινό κόσμο των βιολογικών εξαρτήσεων στο φως της γνώσης που κατακτά σταδιακά και με αγώνες το νοήμον ον.
Πολυσύνδετο σχήμα:
«… γυμνόν τε κα
νυπόδητον κα στρωτον κα οπλον»: τονίζονται οι ελλείψεις του ανθρώπου σε σχέση με τα άλλα έμβια όντα
Βραχυλογία:  «
ν γρ παρ τ Δι» αντί « γρ πολιτικ τέχνη ν παρ τ Δι»

Αυτός ο τρόπος γραφής από τη μία ακολουθεί το περίτεχνο ύφος των σοφιστών και από την άλλη την αφέλεια και φυσικότητα του λαϊκού τρόπου έκφρασης που ταιριάζει στην αφήγηση του μύθου.

·        ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΡΙΖΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

λαθεν, λαθν < λανθάνω: λάθος, αλάθητος, λήθη, λησμονιά, λαθραίος, λαθρεπιβάτης, λαθρεμπόριο, λαθροκυνηγός, αλήθεια, αναληθής
καταναλώσας < κατ
+ ναλίσκω: καταναλωτής, (κατ-)ανάλωση, παρανάλωμα, καταναλωτικός
δυνάμεις < δύναμαι: δυνατός, δυνατότητα, δύναμη, δυναμικός, δυναμικό (το), δυναμισμός, δυνητικός, δυνάστης, δυναστεία, καταδυνάστευση, δυναμίτης, ενδυνάμωση, αδύναμος, αδυναμία
λοιπ
ν < λείπω: λείψανο, λειψός, λειψυδρία, λειψανδρία, έκλειψη, παράλειψη, διάλειψη, εγκατάλειψη, έλλειψη, διάλειμμα, έλλειμμα, ελλειπτικός, ελλιπής, λιποβαρής, λιπόψυχος, λιποθυμία, λιπόσαρκος, λιποτάκτης, λιποταξία, λοιπός, λοιπόν, κατάλοιπος, υπόλοιπος
χρήσαιτο < χρήομαι -
μαι: χρήση, χρήστης, χρήσιμος, χρησιμοθήρας, χρηστικός, χρησιμότητα, χρησιμοποίηση, αχρησιμοποίητος, χρηστός, εύχρηστος, δύσχρηστος, άχρηστος, ιδιοχρησία, χρήμα, χρηματικός, χρησμός
ποροντι < πορ < πορος < - στερητικό + πόρος: πορεία, πορθμός, εύπορος, άπορος, απορία, βιοπορισμός, βιοποριστικός, οδοιπόρος, οδοιπορία, οδοιπορικός, αργοπορία, πεζοπόρος, πεζοπορία, αεροπόρος, αεροπορία, πρωτοπόρος, πρωτοπορία
μμελς < μμελής < ν + μέλος (= μελωδία, μουσική): μελογράφος, μελογραφία, μελοποιός, μελωδός, μελωδία
δει < δε: δέηση, ενδεής αδέητος
ε
ροι < ερίσκω: δυσεύρετος, ευρεσιτεχνία, εύρετρα, εύρημα, ευρηματικός, εφευρέτης
κλέπτει < κλέπτω: κλοπή, κλοπιμαία, κλέφτης, υποκλοπή, κλεπτομανής, κλεψύδρα
πυρ
< πρ: πυρά, πυρκαγιά, πύρινος, πυρετός, πυρήνας, πυρσός, πυρίμαχος, πυρπόληση, πύραυλος, πυραγός, πυρασφάλεια, πυρόπληκτος, πυρομανής, πυροβόλος, πυροσβέστης, πυροδότηση, πυροκροτητής, πυρομαχικά (τα), πυροτέχνημα, πυροτεχνουργός, πυρότουβλο, πυροφάνι, πυράκτωση, αναζωπύρωση
μήχανον < - στερητικό + μηχανή < μχος (τό): μηχανή, μηχάνημα, μηχανικός, μηχανισμός, πολυμήχανος, αμήχανος, μηχανοκίνητος, μηχανόβιος, μηχανογράφηση, μηχανοργάνωση, μηχανοδηγός, μηχανολόγος, μηχανοστάσιο, βιομηχανία
κτητ
ν < κτάομαι -μαι: κτήμα, κτήση, κτητικός, κτήτορας, κτήνος, κτηματίας, κτηματικός, ακτήμονας, γαιοκτήμονας, κτηματομεσίτης, κτηματολόγιο, ανάκτηση, κατάκτηση, κατακτητικός, επανάκτηση, αγανάκτηση, αγρόκτημα, απόκτημα, επίκτητος, ιδιόκτητος, ιδιοκτήτης, ιδιοκτησία, πλοιοκτήτης
δωρε
ται < δωρομαι < δρον < δίδωμι: δωρεά, δωρητής, δωροδότης, δωροθέτης, δώρημα, δωροδοκία, δόση, μισθοδοσία, λογοδοσία, ηλεκτροδότηση, σηματοδότης, δοσολογία, δοσίλογος, επίδοση, παράδοση, έκδοση, απόδοση, μετάδοση, δότης, αιμοδότης, καταδότης, εκδοτικός, αποδοτικός, ενδοτικός, μεταδοτικός
νεχώρει < ν + χωρέω-: αναχώρηση, αναχωρητής, αχώρητος συγχώρηση, χωρικός, χώρος
φιλοτεχνείτην < φιλοτεχνέω-: άτεχνος, φιλοτέχνημα, φιλοτέχνηση, φιλοτεχνικός, φιλότεχνος

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1.      Παρατηρήστε πώς χαρακτηρίζονται μέσα στο κείμενο του Πρωταγόρα οι δραστηριότητες που σήμερα ονομάζουμε «τεχνολογα». Σχολιάστε αυτούς τους χαρακτηρισμούς.

2.      α) Λαμβάνοντας υπόψη σας τις θεϊκές ιδιότητες της Αθηνάς και του Ήφαιστου, να προσδιορίσετε τι ακριβώς εννοεί ως έντεχνη σοφία ο Πρωταγόρας.
β) Η τέχνη και τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα συμπεριλαμβάνονται, νομίζετε, στην έντεχνη σοφία;
γ) Υπάρχει πρωταρχική σχέση ανάμεσα στην τεχνολογία και την τέχνη;
δ) Είναι και η τέχνη εξίσου απαραίτητη στη δημιουργία του πολιτισμού και στην επιβίωση του ανθρώπου μέσα σε μια φύση εχθρική;

3.      Ποια ήταν η θέση του ανθρώπου ανάμεσα στα άλλα ζώα;

4.      Πώς έλυσε ο Προμηθέας το πρόβλημα που είχε δημιουργήσει η κατανομή του Επιμηθέα;

5.      Γιατί η φωτιά και οι τέχνες παρουσιάζονται στον μύθο ως δώρο του Προμηθέα και όχι ως ανακάλυψη του ανθρώπου;

6.      Γιατί δεν μπορούσε πια ο Προμηθέας να μπει στην κατοικία του Δία;

7.      Τι συμβολίζει, κατά τη γνώμη σας, η κλοπή της φωτιάς από τον Προμηθέα;

8.      Με ποιες λέξεις του κειμένου συνδέονται ετυμολογικά οι παρακάτω λέξεις: δώρο, εισιτήριο, όραση, όπλα, μελικός;

9.      κλέψας < κλέπτω: Να γράψετε 3 παράγωγα του ρήματος.

10.   «πρ»:
α) Να χρησιμοποιήσετε τη λέξη ως συνθετικό σε 10 σύνθετα (ουσιαστικά, επίθετα, επιρρήματα),
β) να γράψετε 4 παράγωγα της λέξης στα νέα ελληνικά.

11.   «γ»: Να γράψετε σύνθετα (στα νέα ελληνικά) με όλα τα θέματα του ουσιαστικού (-γειος, γη-, γαιο-, γεω-).Απάντηση

Στο κείμενο του Πρωταγόρα αναφέρονται δραστηριότητες που σήμερα ονομάζουμε «τεχνολογία». Αυτές είναι τα δώρα που προσέφερε ο Προμηθέας στο ανθρώπινο γένος: η «έντεχνος σοφία» και η «έμπυρος τέχνη».

Πιο αναλυτικά:

α. Η «
ντεχνος σοφία»: το επίθετο «ντεχνος» υποδηλώνει αυτόν που είναι μέσα στα όρια της τέχνης, τον έμπειρο, τον επιδέξιο. Στη φράση «ντεχνος σοφία», η λέξη «σοφία» υποδηλώνει τη σοφία που εμπεριέχει την τέχνη, τη σοφία που συμπορεύεται με την τέχνη, τις τεχνικές γνώσεις. Αρχικά η έννοια της σοφίας έχει κυρίως να κάνει με τη δεξιότητα και την εμπειρία σε κάποια τέχνη, την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη μεταλλουργία, την ιατρική, κ.τ.λ. Ο προσδιορισμός «ντεχνος» επιτρέπει εδώ στον Πρωταγόρα να διευκρινίσει, επομένως, πως αυτού του είδους τη σοφία εννοεί και όχι αυτή που συνδέουμε με τη γνώση των επιστημών και τη φιλοσοφία, δηλαδή τις θεωρητικές γνώσεις. Ως προς τις καλές τέχνες, η έντεχνη σοφία δεν σχετίζεται με τη σύλληψη της ιδέας ενός καλλιτεχνικού έργου, αλλά με την αναγκαιότητα χρήσης τεχνικών γνώσεων και εργαλείων για τη δημιουργία κάποιων από αυτά (πχ. Αρχιτεκτονική, γλυπτική).

Κατανοούμε, λοιπόν, τον όρο ως τεχνογνωσία, η οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να προβεί σε επινοήσεις και εφαρμογές σωτήριες για τη ζωή του και προωθητικές για την εν γένει παρουσία του στον κόσμο.

Ειδικότερα, η τεχνογνωσία συνδέεται με τις τεχνικές δεξιότητες και την κατασκευαστική ικανότητα του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι σε θέση να συλλάβει και να οργανώσει τη διαδικασία της εργασίας, η οποία συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο το άλμα του πρώην, απλώς «ζωικού οργανισμού» σε ήδη άνθρωπο που αποδεσμεύεται σταδιακά από τις αλυσίδες της βιολογικής νομοτέλειας και προ-νοεί για τις επόμενες στιγμές της ζωής του. Συνδεδεμένη με τη διαδικασία της εργασίας είναι η διαδικασία κατασκευής και επινόησης, καλλιέργειας και αγωγής. Με την κατασκευαστική και επινοητική ικανότητα ο άνθρωπος δίνει υπόσταση στους σχεδιασμούς του και τα ευρήματα του νου του, κατασκευάζοντας σπίτια, σκεύη, εργαλεία, όπλα, αλλά και προβαίνει σε επινοήσεις συμβολικών συστημάτων όπως η γλώσσα, η γραφή, η αρίθμηση, που διευρύνουν τα όρια της ελευθερίας του σε σχέση με τη βιολογική αιτιότητα. Με την καλλιέργεια (γης, γραμμάτων, τεχνών και καλών τεχνών) και την αγωγή διαμορφώνει σκόπιμα τις προϋποθέσεις για παραγωγή έργων και μέσων και για νέες δημιουργίες μέσα από την αξιοποίηση εργαλείων και γνώσεων τεχνικής.

Όμως, η συνολική διαδικασία γίνεται συγχρόνως και τρόπος αγωγής της φύσης του, τρόπος εξέλιξης και διαμορφώσης του, καθώς περιέρχεται στη θέση να ελέγξει τα πάθη του, να τιθασεύσει το ένστικτο και να οργανώσει τις άμυνες του εαυτού του στον αγώνα επιβίωσης.

β. Η «
μπυρος τέχνη»: Η φωτιά, η πρώτη μεγάλη πηγή ενέργειας που έμαθε να μεταχειρίζεται ο άνθρωπος, εύλογα τοποθετείται στη βάση όλων των έως τότε τεχνολογικών κατακτήσεων. Ως πηγή ενέργειας υπήρξε αναγκαία συνθήκη για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στα υψηλά τεχνικά επιτεύγματα και να αντισταθμίσει με αυτά τη φυσική αδυναμία του. Η «μπυρος τέχνη» εκφράζει την εφαρμοσμένη, την κατασκευαστική εκδήλωση της ανθρώπινης δραστηριότητας. Είναι η πρακτική εφαρμογή των τεχνικών γνώσεων κυρίως με τη χρήση της φωτιάς, καθώς είναι γνωστό ότι πολλά υλικά, όπως τα μέταλλα, μπορούν να να γίνουν αντικείμενο κατεργασίας με τη χρήση της φωτιάς. Ο Πρωταγόρας, λοιπόν, πρέπει να είχε στο μυαλό του αυτό που σήμερα ονομάζουμε τεχνολογία, τηρουμένων των αναλογιών. Εννοούμε, βέβαια, μια τεχνολογία προσαρμοσμένη στα μέσα και τις δυνατότητες της εποχής.

Με την κλοπή της φωτιάς, που συμβολίζει επιπλέον τη δημιουργικότητα, τη ζωτικότητα και τη φαντασία, αψηφώντας τις άλογες και αυθαίρετες αποφάσεις του Δία, ο Προμηθέας εκφράζει και ενισχύει την ορθολογική πίστη ότι ο άνθρωπος μπορεί με τη γνώση και την πράξη να κυριαρήσει πάνω στη φύση, να την αλλάξει και να καλυτερέψει τη ζωή του.

 πάντηση

Με τον όρο «έντεχνος σοφία» εννοούμε γενικά την πολιτιστική δραστηριότητα που σχετίζεται τόσο με τις τέχνες όσο και με την καλλιτεχνική δραστηριότητα:

α. Η «
ντεχνος σοφίαπίθετο «ντεχνος» υποδηλώνει αυτόν που είναι μέσα στα όρια της τέχνης, τον έμπειρο, τον επιδέξιο. Στη φράση «ντεχνος σοφία», η λέξη «σοφία» υποδηλώνει τη σοφία που εμπεριέχει την τέχνη, τη σοφία που συμπορεύεται με την τέχνη, τις τεχνικές γνώσεις. Αρχικά η έννοια της σοφίας έχει κυρίως να κάνει με τη δεξιότητα και την εμπειρία σε κάποια τέχνη, την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική, τη μεταλλουργία, την ιατρική, κ.τ.λ. Ο προσδιορισμός «ντεχνος» επιτρέπει εδώ στον Πρωταγόρα να διευκρινίσει, επομένως, πως αυτού του είδους τη σοφία εννοεί και όχι αυτή που συνδέουμε με τη γνώση των επιστημών και τη φιλοσοφία, δηλαδή τις θεωρητικές γνώσεις.

Κατανοούμε, λοιπόν, τον όρο ως τεχνογνωσία, η οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να προβεί σε επινοήσεις και εφαρμογές σωτήριες για τη ζωή του και προωθητικές για την εν γένει παρουσία του στον κόσμο. Ειδικότερα, η τεχνογνωσία συνδέεται με τις τεχνικές δεξιότητες και την κατασκευαστική ικανότητα του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι σε θέση να συλλάβει και να οργανώσει τη διαδικασία της εργασίας, η οποία συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο το άλμα του πρώην, απλώς «ζωικού οργανισμού» σε ήδη άνθρωπο που αποδεσμεύεται σταδιακά από τις αλυσίδες της βιολογικής νομοτέλειας και προ-νοεί για τις επόμενες στιγμές της ζωής του. Συνδεδεμένη με τη διαδικασία της εργασίας είναι η διαδικασία κατασκευής και επινόησης, καλλιέργειας και αγωγής. Με την κατασκευαστική και επινοητική ικανότητα ο άνθρωπος δίνει υπόσταση στους σχεδιασμούς του και τα ευρήματα του νου του, κατασκευάζοντας σπίτια, σκεύη, εργαλεία, όπλα, αλλά και προβαίνει σε επινοήσεις συμβολικών συστημάτων όπως η γλώσσα, η γραφή, η αρίθμηση, που διευρύνουν τα όρια της ελευθερίας του σε σχέση με τη βιολογική αιτιότητα. Με την καλλιέργεια (γης, γραμμάτων, τεχνών και καλών τεχνών) και την αγωγή διαμορφώνει σκόπιμα τις προϋποθέσεις για παραγωγή έργων και μέσων και για νέες δημιουργίες μέσα από την αξιοποίηση εργαλείων και γνώσεων τεχνικής. Όμως, η συνολική διαδικασία γίνεται συγχρόνως και τρόπος αγωγής της φύσης του, τρόπος εξέλιξης και διαμορφώσης του, καθώς περιέρχεται στη θέση να ελέγξει τα πάθη του, να τιθασεύσει το ένστικτο και να οργανώσει τις άμυνες του εαυτού του στον αγώνα επιβίωσης.

β. Τέχνη είναι η ικανότητα να κάνουμε κάτι που απαιτεί επιδεξιότητα και εξειδίκευση. Προϋποθέτει γνώσεις για το πώς πετυχαίνουμε έναν σκοπό. Ο Πλάτωνας στο έργο του Σοφιστής (219c-e) παρουσιάζοντας για παράδειγμα έναν λεπτομερή διχοτομικό ορισμό της «τέχνης» του ψαρέματος, διαιρεί τις τέχνες σε αποθησαυριστικές (απόκτηση χρημάτων), παραγωγικές ή δημιουργικές (ξυλουργική, αυλητική, ζωγραφική, υφαντική κ.ά.), χωρίς να κάνει σαφή εξαρχής διάκριση του όρου σε καλλιτεχνία και χειροτεχνία.

Ως προς τις καλές τέχνες, η έντεχνη σοφία σχετίζεται με την υλοποίηση της καλλιτεχνικής φαντασίας, καθώς οι τεχνικές γνώσεις και τα εργαλεία αξιοπούνται για να δημιουργηθούν τα έργα τέχνης. Με την έντεχνη σοφία ο άνθρωπος αποκτά δύναμη πάνω στα αντικείμενα, μορφοποιεί την ύλη και την υποτάσσει. Με τη διαδικασία αυτή ο άνθρωπος εξωτερικεύει τον εαυτό του, συνεπώς όχι μόνο την εκλογικευμένη ανάγκη, αλλά μαζί με αυτή και το συναίσθημά του. Άλλωστε στη διαρκή πορεία ανέλιξης και εξανθρωπισμού του ο άνθρωπος πορεύεται ως ενιαία σωματική, πνευματική και ψυχική οντότητα. Όταν για κάποιον λόγο αυτή η ισορροπία της ύπαρξής του διαταράσσεται, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με φαινόμενα αλλοτρίωσής του. Συνεπώς, η έντεχνος σοφία βρίσκεται στη βάση κάθε δημιουργικής απάντησης – έμπρακτης εκδήλωσης του ανθρώπου, προκειμένου να εξασφαλίσει συνθήκες ασφαλούς επιβίωσης και εσωτερικής ισορροπίας του. Αποτελεί από την άποψη αυτή έννοια γένους για την καλλιτεχνία και τη χειροτεχνία.

γ. Η πρωταρχικότητα της σχέσης μπορεί να εντοπιστεί αρχικά ετυμολογικά, καθώς ο όρος τέχνη (< τίκτω) χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό που αναφέρεται και στην τεχνική και στις καλές τέχνες αδιευκρίνιστα. Ακόμη η τέχνη (τεχνική και καλές τέχνες) προϋποθέτει τη χρήση του χεριού ως εργαλείου και τη δυνατότητα του ανθρώπου να επεμβαίνει στην ύλη, να τη μορφοποιεί και να την υποτάσσει. Η διαδικασία αυτή διατηρείται κοινή στην τεχνική και στην τέχνη (καλλιτεχνία), αποκλίνουν όμως οι σκοποί, το τελικό αίτιο που την κατευθύνει σε κάθε περίπτωση. Με την τεχνική υπηρετείται η υλοποίηση μιας ιδέας, μιας σύλληψης, ενός σχεδιασμού, και αυτά μπορεί να αποβλέπουν τόσο στην ικανοποίηση της πρακτικής ανάγκης για επιβίωση (ζ
ν) όσο και στην ικανοποίηση ανώτερων αναγκών της εσωτερικής φύσης του ανθρώπου (ε ζν).

δ. Η τέχνη ως καλλιτεχνία είναι εκδήλωση πολιτισμού και απολύτως αναγκαία εκδήλωση της ανθρώπινης φύσης που εξωτερικεύει και μορφοποιεί αισθητικά τις επινοήσεις της και τον εσωτερικό της κόσμο. Από την άποψη αυτή μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η τέχνη δεν είναι απαραίτητη για την επιβίωση του ανθρώπου ως ζωικού όντος, είναι όμως απολύτως αναγκαία για τη διατήρησή του ως είδους. Δεν είναι δυνατόν βέβαια με την τέχνη να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος τους κινδύνους της φύσης ούτε να καλύψει τις πρωταρχικές βιολογικές του ανάγκες, όπως όλα τα ζωικά είδη άλλωστε (αν και η σύνδεση της τέχνης με μορφές μαγείας/προ-θρησκευτικής συμπεριφοράς του ανθρώπου αποδίδεται σε ενέργειες του ανθρώπου να επέμβει στη φύση και να διαμορφώσει ευνοϊκές συνθήκες ύπαρξης για τον ίδιο και την κοινότητά του). Αυτό θα το πετύχει με την τεχνική, η οποία αποτελεί εφαρμογή γνώσης για συγκεκριμένο πρακτικό σκοπό και συνεπώς εκφράζει μια γνώση για τον κόσμο υποταγμένη στην πρακτική/βιοτική σκοπιμότητα της ζωής. Όμως, με την τέχνη εκδηλώνονται τα ειδικά ανθρώπινα γνωρίσματα και η δυναμική της εσωτερικής φύσης του ανθρώπου. Η τέχνη ουσιαστικά είναι η συνειδητοποίηση της πνευματικότητας του ανθρώπου. Από την άποψη αυτή συνιστά πυλώνα πολιτισμού. Αλλά και η καλλιέργεια του συναισθήματος και ο εξανθρωπισμός του ανθρώπου, η αγωγή στον πολιτισμό και στην αυτοσυνειδησία της ανθρωπότητας, είναι υπόθεση της τέχνης, η οποία καλείται να θωρακίσει τον άνθρωπο, όχι με εργαλεία, αλλά με αρχές και αξίες, εφόδια πνευματικά, ψυχικά και ηθικά, για να συνεχίσει αισιόδοξα τον δύσβατο δρόμο της προόδου, προόδου όχι μόνο υλικής, αλλά κυρίως πνευματικής και ηθικής.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου