·
Ξενοφῶντος, Ἑλληνικά, 2.3.11–13
Οἱ δὲ τριάκοντα ᾑρέθησαν μὲν ἐπεὶ τάχιστα τὰ μακρὰ τείχη καὶ τὰ περὶ τὸν Πειραιᾶ καθῃρέθη·
αἱρεθέντες δὲ ἐφ’ ᾧτε συγγράψαι νόμους, καθ’ οὕστινας πολιτεύσοιντο, τούτους μὲν ἀεὶ ἔμελλον συγγράφειν τε καὶ ἀποδεικνύναι, βουλὴν δὲ καὶ τὰς ἄλλας ἀρχὰς κατέστησαν ὡς ἐδόκει αὐτοῖς. Ἔπειτα πρῶτον μὲν οὓς πάντες ᾔδεσαν ἐν τῇ δημοκρατίᾳ ἀπὸ συκοφαντίας ζῶντας καὶ τοῖς καλοῖς κἀγαθοῖς βαρεῖς ὄντας, συλλαμβάνοντες ὑπῆγον θανάτου· καὶ ἥ τε βουλὴ ἡδέως αὐτῶν κατεψηφίζετο οἵ τε ἄλλοι ὅσοι συνῄδεσαν ἑαυτοῖς μὴ ὄντες τοιοῦτοι οὐδὲν ἤχθοντο. Ἐπεὶ δὲ ἤρξαντο βουλεύεσθαι ὅπως ἂν ἐξείη αὐτοῖς τῇ πόλει χρῆσθαι ὅπως βούλοιντο, ἐκ τούτου πρῶτον μὲν πέμψαντες εἰς Λακεδαίμονα Αἰσχίνην τε καὶ Ἀριστοτέλην ἔπεισαν Λύσανδρον φρουροὺς σφίσι συμπρᾶξαι ἐλθεῖν, ἕως δὴ τοὺς πονηροὺς ἐκποδὼν ποιησάμενοι καταστήσαιντο τὴν πολιτείαν·
αἱρεθέντες δὲ ἐφ’ ᾧτε συγγράψαι νόμους, καθ’ οὕστινας πολιτεύσοιντο, τούτους μὲν ἀεὶ ἔμελλον συγγράφειν τε καὶ ἀποδεικνύναι, βουλὴν δὲ καὶ τὰς ἄλλας ἀρχὰς κατέστησαν ὡς ἐδόκει αὐτοῖς. Ἔπειτα πρῶτον μὲν οὓς πάντες ᾔδεσαν ἐν τῇ δημοκρατίᾳ ἀπὸ συκοφαντίας ζῶντας καὶ τοῖς καλοῖς κἀγαθοῖς βαρεῖς ὄντας, συλλαμβάνοντες ὑπῆγον θανάτου· καὶ ἥ τε βουλὴ ἡδέως αὐτῶν κατεψηφίζετο οἵ τε ἄλλοι ὅσοι συνῄδεσαν ἑαυτοῖς μὴ ὄντες τοιοῦτοι οὐδὲν ἤχθοντο. Ἐπεὶ δὲ ἤρξαντο βουλεύεσθαι ὅπως ἂν ἐξείη αὐτοῖς τῇ πόλει χρῆσθαι ὅπως βούλοιντο, ἐκ τούτου πρῶτον μὲν πέμψαντες εἰς Λακεδαίμονα Αἰσχίνην τε καὶ Ἀριστοτέλην ἔπεισαν Λύσανδρον φρουροὺς σφίσι συμπρᾶξαι ἐλθεῖν, ἕως δὴ τοὺς πονηροὺς ἐκποδὼν ποιησάμενοι καταστήσαιντο τὴν πολιτείαν·
·
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
αἱρέω-ῶ = συλλαμβάνω (για έμψυχα), κυριεύω (για άψυχα)
(η παθητική σημασία του ρήματος αποδίδεται με το ρ. ἁλίσκομαι = συλλαμβάνομαι, κυριεύομαι)
αἱρέομαι –οῦμαι = α) με ενεργητική διάθεση σημαίνει εκλέγω, προτιμώ,
β) με παθητική διάθεση σημαίνει εκλέγομαι. Συντάσσεται με δύο αιτιατικές, η μία κατηγορούμενο της άλλης
καθαιρῶ τινα / τι = καταβάλλω, καταλύω, καταργώ/ κατεδαφίζω
καθαιροῦμαι = καταβάλλομαι, καταργούμαι/ κατεδαφίζομαι μέλλω = σκοπεύω, βραδύνω, διστάζω, αναβάλλω (Προσοχή στην ιδιαιτερότητα της σύνταξης του ρήματος, λόγω της αναφοράς του στο μέλλον: μέλλω + τελικό απαρέμφατο χρόνου μέλλοντα = σκέφτομαι / έχω κατά νου / ετοιμάζομαι / σχεδιάζω να)
ἀποδείκνυμι νόμον = δημοσιεύω νόμο
(η παθητική σημασία του ρήματος αποδίδεται με το ρ. ἁλίσκομαι = συλλαμβάνομαι, κυριεύομαι)
αἱρέομαι –οῦμαι = α) με ενεργητική διάθεση σημαίνει εκλέγω, προτιμώ,
β) με παθητική διάθεση σημαίνει εκλέγομαι. Συντάσσεται με δύο αιτιατικές, η μία κατηγορούμενο της άλλης
καθαιρῶ τινα / τι = καταβάλλω, καταλύω, καταργώ/ κατεδαφίζω
καθαιροῦμαι = καταβάλλομαι, καταργούμαι/ κατεδαφίζομαι μέλλω = σκοπεύω, βραδύνω, διστάζω, αναβάλλω (Προσοχή στην ιδιαιτερότητα της σύνταξης του ρήματος, λόγω της αναφοράς του στο μέλλον: μέλλω + τελικό απαρέμφατο χρόνου μέλλοντα = σκέφτομαι / έχω κατά νου / ετοιμάζομαι / σχεδιάζω να)
ἀποδείκνυμι νόμον = δημοσιεύω νόμο
καθίστημι = τοποθετώ, στήνω, εγκαθιστώ, οργανώνω,
τακτοποιώ
ὑπάγω τινὰ θανάτου = οδηγώ κάποιον στο δικαστήριο για έγκλημα, του οποίου ποινή είναι ο θάνατος.
Το ρήμα ὑπάγω συντάσσεται με αιτιατική προσώπου και γενική της ποινή σύνοιδα + αυτοπαθής αντωνυμία + κατηγορηματική μετοχή σε ονομαστική (ή σπαν. σε δοτική):
σύνοιδα ἐμαυτῷ ὢν (ή ἐμαυτῷ ὄντι) = έχω συνείδηση (του εαυτού μου) ότι είμαι.
Όταν το ρήμα «σύνοιδα» δεν έχει ως αντικείμενο αυτοπαθή αντωνυμία, αλλά όνομα ή άλλη αντωνυμία σε δοτική , τότε ακολουθεί η κατηγορηματική μετοχή σε πτώση δοτική. ἐκποδὼν (επιρρ.) = μακριά
ἐκποδὼν ποιοῦμαί τινα = παραμερίζω, βγάζω από τη μέση, εξοντώνω κάποιον (το αντίθετο: «ἐμποδὼν ποιοῦμαί τινα»)
ὑπάγω τινὰ θανάτου = οδηγώ κάποιον στο δικαστήριο για έγκλημα, του οποίου ποινή είναι ο θάνατος.
Το ρήμα ὑπάγω συντάσσεται με αιτιατική προσώπου και γενική της ποινή σύνοιδα + αυτοπαθής αντωνυμία + κατηγορηματική μετοχή σε ονομαστική (ή σπαν. σε δοτική):
σύνοιδα ἐμαυτῷ ὢν (ή ἐμαυτῷ ὄντι) = έχω συνείδηση (του εαυτού μου) ότι είμαι.
Όταν το ρήμα «σύνοιδα» δεν έχει ως αντικείμενο αυτοπαθή αντωνυμία, αλλά όνομα ή άλλη αντωνυμία σε δοτική , τότε ακολουθεί η κατηγορηματική μετοχή σε πτώση δοτική. ἐκποδὼν (επιρρ.) = μακριά
ἐκποδὼν ποιοῦμαί τινα = παραμερίζω, βγάζω από τη μέση, εξοντώνω κάποιον (το αντίθετο: «ἐμποδὼν ποιοῦμαί τινα»)
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
1. Να μεταφράσετε το κείμενο.
2. Να αντικαταστήσετε χρονικά τους ακόλουθους ρηματικούς τύπους
: ἀποδεικνύναι , καταστήσαιντο , ὑπῆγον συμπρᾶξαι
ΕΝΕΣΤ
|
||||
ΠΑΡΤ
|
||||
ΜΕΛ
|
||||
ΑΟΡ
|
||||
ΠΡΚ
|
||||
ΥΠΕΡΣ
|
3. Να κλίνετε τις ζητούμενες εγκλίσεις των ακόλουθων ρηματικών τύπων :
ἀποδεικνύναι
: Οριστική Ενεστώτα στην ίδια φωνή
καταστήσαιντο :
Προστακτική Ενεστώτα στην ίδια φωνή
4.Να αντικαταστήσετε εγκλιτικά τους παρακάτω ρηματικούς
τύπους:
καθῃρέθη (στον χρόνο που βρίσκεται) και κατέστησαν (στον αόριστο β’)
ΟΡΙΣΤΙΚΗ
|
ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ
|
ΕΥΚΤΙΚΗ
|
ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ
|
5. Να γράψετε τον ζητούμενο ρηματικό τύπο για τους εξής
ρηματικούς τύπους του κειμένου :
συγγράψαι :β’ενικό οριστικής παθητικού αορίστου β’
|
|
ᾔδεσαν :απαρέμφατο
ενεστώτα
|
|
ζῶντας : γ’ενικό ευκτικής του ιδίου χρόνου
|
|
κατεψηφίζετο :ονομαστική ενικού ουδετέρου μετοχής μέλλοντα
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου